Τεχνολογίες για την ισότιμη προαγωγή του εμβολίου COVID-19
Written by Γιώργος Σαχίνης on 9 Δεκεμβρίου 2021
Στην εκπομπή του Γ. Σαχίνη στον 98.4 , παρουσιάστηκε σήμερα άρθρο στις 6 Δεκεμβρίου στο έγκυρο επιστημονικό περιοδικό Nature , που φέρνει ένα αισιόδοξο μήνυμα, όσον αφορά την προοπτική της παραγωγής νέων εμβολίων, που λόγω της μορφής χορήγησής τους θα διευκολύνουν την επίτευξη του στόχου του ταυτόχρονου σχεδόν, καθολικού εμβολιασμού σε όσο το δυνατόν περισσότερο πληθυσμό και μεγαλύτερη γεωγραφική έκταση. Δεν παραλείπει όμως να αναλύσει και να επισημάνει τις βασικές αιτίες που οδήγησαν στην αποτυχία του φιλόδοξου στόχου που ήταν το περίφημο τείχος ανοσίας, σε έκταση και σε χρόνους που ήταν αδύνατον να πραγματοποιηθεί. Αυτό που είδαμε ήταν το αντίθετο αποτέλεσμα. (https://www.nature.com/articles/s41587-021-01167-0.pdf)
Η μεταφρασμένη παράθεση του Άρθρου στο Nature
Τεχνολογίες για την ισότιμη προαγωγή του εμβολίου COVID-19.
https://www.nature.com/articles/s41587-021-01167-0.pdf
Δημοσιεύθηκε στο διαδίκτυο: 06.12.21
Οι φτωχές χώρες χρειάζονται μορφές εμβολίων με ελάχιστα προσκόμματα στην παραγωγή, στη διανομή και στη χορήγησή τους.
Η πανδημία της COVID-19 είναι πιθανό να επαναλαμβάνεται σε όλο τον κόσμο για τα επόμενα χρόνια. Ένα χρόνο αφότου τα πρώτα εμβόλια SARS-CoV-2 έλαβαν Άδεια Επείγουσα Χρήσης (EUA), το ~54% των του παγκόσμιου πληθυσμού και μόνο το ~6% των ανθρώπων σε χώρες χαμηλού εισοδήματος έχουν λάβει τουλάχιστον μία δόση. Η επίλυση του προβλήματος της άνισης πρόσβασης στα εμβόλια προϋποθέτει την αντιμετώπιση των ποικίλων αιτιών που το προκαλούν, από τη συσσώρευση εμβολίων από την πλευρά των πλέον εύπορων χωρών, έως τα προβλήματα των πατεντών και το μπλοκάρισμα που παρουσιάζεται στις αλυσίδες διανομής, μέχρι τα αντιεμβολιαστική παραπληροφόρηση και τη διστακτικότητα απέναντι στα εμβόλια.
Ωστόσο, μέρος της λύσης μπορεί επίσης να βρίσκεται και στα ίδια τα εμβόλια, καθώς νέα είδη εμβολίων με χρήσιμα νέα χαρακτηριστικά, κάνουν συνεχώς την εμφάνισή τους.
Ιδιότητες όπως η σταθερότητα του προϊόντος παρά τις διαφορές της θερμοκρασίας, η δυνατότητα να χορηγούνται χωρίς βελόνα, και η απλούστευση της παρασκευής τους, είναι παράγοντες πολλά υποσχόμενοι, προκειμένου να ενεργοποιηθούν οι εκστρατείες εμβολιασμού σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος (ΧΧΜΕ)/(LMIC). Συνεπώς θα πρέπει να να δοθεί προτεραιότητα για επενδύσεις και κλιμάκωση αυτής της διαδικασίας.
Παρόλο που τα πρώτα εμβόλια COVID-19 έδειξαν υψηλή αποτελεσματικότητα απέναντι στα πρώτα κύματα της νόσου, ωστόσο δεν αποδείχθηκαν κατάλληλα για την αντιμετώπιση της τεράστιας πρόκλησης που αποτελεί η ανοσοποίηση του παγκόσμιου πληθυσμού, ιδιαίτερα των ανθρώπων που ξεπερνούν τα δύο δισεκατομμύρια και οι οποίοι ζουν σε φτωχές, αγροτικές ή απομακρυσμένες κοινότητες. Αυτά τα εμβόλια απαιτούν τη λεγόμενη ψυχρή αλυσίδα, απαιτουν κατάλληλη υλικοτεχνική υποδομή για την ενέσιμη χορήγησή τους ( σύριγγες, κατάλληλες συνθήκες αποστείρωσης και ειδικευμένο υγειονομικό προσωπικό), και παραγωγική ικανότητα υψηλής τεχνολογίας. Η ανάγκη συνύπαρξης όλων αυτών των προϋποθέσεων περιορίζει τη γεωγραφική εμβέλεια των εμβολιαστικών επιχειρήσεων. Τα λογιστικά εμπόδια αυξάνουν το κόστος και αποτελούν σοβαρά εμπόδια για την πραγματοποίηση προγραμμάτων εμβολιασμού που σώζουν ζωές σε χώρες με χαμηλό πληθυσμό.
Ο ανεπαρκής εμβολιασμός στις χώρες χαμηλού εισοδήματος, αλλά και στις εύπορες χώρες όχι μόνο επιτρέπει την εξάπλωση της νόσου αλλά αυξάνει την πιθανότητα να εμφανιστούν νέες παραλλαγές του ιού, οι οποίες προκαλούν ανησυχία, όπως η Omicron. Οι παραλλαγές που έχουν παρατηρηθεί μέχρι σήμερα έχουν καταστήσει τον ιό πιο μεταδοτικό, πιο νοσογόνο ή πιο επικίνδυνο. Επίσης ο ιός εμφανίζεται πλέον ως περισσότερο ανθεκτικός απέναντι στην ανοσολογική απόκριση του οργανισμού που επιτυγχάνεται μέσω των εμβολίων και των μονοκλονικών αντισωμάτων απ’ ό,τι οι προγονικά στελέχη του που εντοπίστηκαν νωρίς στο πανδημίας. Η παραλλαγή Delta είναι πολύ πιο μεταδοτική και έχει μικρότερη περίοδο επώασης από όλες τα άλλεα προηγούμενα στελέχη, και ιδιαίτερα η Beta είναι λιγότερο ευαίσθητη έναντι των αντισωμάτων που δημιουργούνται στον οργανισμό μέσω εμβολίων. Το υπολογιζόμενο επιπρόσθετο βάρος της νόσου από τις υφιστάμενα ή μελλοντικές παραλλαγές υπογραμμίζει τον επείγοντα χαρακτήρα της προσπάθειας για την ταχεία ανοσοποίηση σε παγκόσμια κλίμακα.
Από τα τέλη Νοεμβρίου, στο πρόγραμμα παρακολούθησης COVID-19 του τμήματος έρευνας και ανάπτυξης του ΠΟΥ – το σχέδιο Blueprint – ήταν καταχωρημένα 132 εμβόλια σε φάση κλινικών και 194 σε φάση προκλινικών μελετών. Πολλά από αυτά τα υποψήφια εμβόλια αποτελούν παραλλαγές των τριών εμβολίων έναντι της COVID-19 που σήμερα πλέον έχουν ευρεία χρήση: τροποποιημένο mRNA σε νανοσωματίδια λιπιδίων (Pfizer/BioNTech και Moderna), μη αναπαραγόμενοι αδενοϊοί ως φορείς (AstraZeneca και Johnson & Johnson), και αδρανοποιημένοι ιοί (Sinovac και Sinopharm). Ωστόσο, ένας σημαντικός αριθμός νέων εμβολίων βασίζεται σε εναλλακτικές προσεγγίσεις που δεν έχουν ακόμη δοκιμαστεί σε τόσο ευρεία κλίμακα για την COVID-19, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που χρησιμοποιούν είτε πρωτεΐνες (πρόσφατα εγκρίθηκαν για επείγουσα χρήση (ΕΕΑ) στην Ινδονησία και τις Φιλιππίνες), είτε DNA (πρόσφατη ΕΕΑ στην Ινδία), είτε σωματίδια που μοιάζουν με ιό, αυτοενισχυόμενο με RNA και ζωντανό εξασθενημένο ιό. Πολλά από αυτά τα προγράμματα παραγωγής αξιολογούν μορφές που είναι πιο σταθερές στη θερμοκρασία από ό,τι τα σημερινά εμβόλια mRNA- άλλα αναζητούν πέρα από την ενδομυϊκή οδό χορήγησης που χρησιμοποιείται από τα σημερινά εμβόλια, ενδοδερμικές, ενδορινικές οδούς ή την από του στόματος οδό.
Οι αυστηρές οικονομικές προδιαγραφές των εμβολίων και τα ανοικτά ερωτηματικά σχετικά με την αποτελεσματικότητα και την ασφάλειά τους, υποδηλώνουν ότι πολλά από τα 326 υποψήφια εμβόλια που βρίσκονται σήμερα σε διαδικασία σχεδιασμού, μελέτης κλπ, δεν θα καταφέρουν να καταλήξουν στην αγορά. Ωστόσο, υπάρχει ακόμη άφθονος χώρος για νέες μορφές εμβολίων κατά της COVID-19, που θα εξυπηρετούν καλύτερα τις ανάγκες των χωρών με χαμηλά εισοδήματα.
Η χρήση εμβολίων που δεν θα απαιτούσε τη χρήση βελονών, θα επέτρεπε τη χορήγηση εμβολίων σε οποιονδήποτε κοινότητα που δεν διαθέτει υγειονομικό προσωπικό. Το εμβόλιο ZyCoV-D COVID-19 DNA χρησιμοποιεί ένα μπεκ για μηχανισμό έγχυσης υψηλής πίεσης αντί για βελόνα. Τα εμβόλια με τη μορφή επιθέματος με μικροβελόνες που αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε ανάπτυξη, μπορεί να αποτελέσουν άλλον έναν τρόπο εμβολιασμού, αποφεύγοντας τον παραδοσιακό τρόπο με τη χρήση βελονών. Επιπλέον οι μορφές εκείνες, που θα εξασφάλιζαν τη διατήρησή τους σε σταθερές θερμοκρασίες θα μπορούσαν να απαλλαγούν από την υποχρέωση διατήρησής τους σε συνθήκες ψυχρής αλυσίδας. Η χορήγηση εμβολίων χωρίς βελόνες μέσω του δέρματος, που αποτελεί ένα ιδιαίτερα ανοσοδραστικό όργανο, μπορεί επίσης να αποδειχθεί ότι θα είναι είναι πιο ανοσογόνο από ό,τι η ενδομυϊκή έγχυση, και που ενδεχομένως θα μπορούσε να βοηθήσει στην απαλλαγή μας από την υποχρέωση να διατηρούμε αποθέματα σπάνιων εμβολίων.
Μέχρι να καθιερωθεί η παραγωγή εμβολίων mRNA σε χώρες με χαμηλό εισόδημα μέσω πρωτοβουλιών όπως οι κόμβοι παραγωγής του ΠΟΥ, μια πρακτική προτεραιότητα για την ισότιμη διάθεση των εμβολίων είναι η τοπική παραγωγή εμβολίων με ευρέως χρησιμοποιούμενες, μη κατοχυρωμένες και χαμηλού κόστους μεθόδους. Τα πρωτεϊνικά εμβόλια, μια δοκιμασμένη πλατφόρμα για άλλες ασθένειες, αντιστοιχούν σε περισσότερο από το ένα τρίτο των υπό ανάπτυξη εμβολίων COVID-19. Όπως ανακοινώθηκε, ένα από αυτά κοστίζει μόλις 1,50 δολάριο ανά δόση και αρκετά άλλα από αυτά είναι έτοιμα για να πάρουν έγκριση. Εξάλλου στρατηγικές για την προστασία από πολλαπλές παραλλαγές χρησιμοποιώντας πολυδύναμα εμβόλια ή εμβόλια που στοχεύουν σε συντηρημένες περιοχές της ιικής αλληλουχίας, μπορεί επίσης να παίξουν σημαντικό ρόλο για τις χώρες με χαμηλό εισόδημα.
Η παγκόσμια προσπάθεια σε μαζική κλίμακα, κατά τη διάρκεια των δύο προηγούμενων ετών για την ανάπτυξη, κατασκευή και διαχείριση των εμβολίων εναντίον ενός νέου, ταχέως εξαπλούμενου παθογόνου, αποτελεί ένα άνευ προηγουμένου εγχείρημα στην ιστορία των εμβολίων. Τα αποτελέσματα εξακολουθούν ακόμη να αποκαλύπτονται μπροστά μας και θα έχουν πολλά να μας διδάξουν τόσο για την ανοσολογία της ιογενούς λοίμωξης, όσο και για τα πλεονεκτήματα και τις αδυναμίες των αναδυόμενων τεχνολογιών των εμβολίων κατά της COVID-19. Μέσω της διεθνούς συνεργασίας και των ανοικτών δεδομένων για κοινή χρήση, είναι δυνατόν να φωτιστούν ορισμένα από τα πλέον δυσεπίλυτα προβλήματα στην επιστήμη των εμβολίων: Πώς να παρασκευάσουμε καλύτερα εμβόλια που να απορροφώνται από τους βλεννογόνους, πώς να προκληθεί ισχυρή ανοσία στο ανοσοκατεσταλμένα ή ηλικιωμένα άτομα στα οποία το ανοσοποιητικό σύστημα βρίσκεται σε φάση γήρανσης, πώς να αυξήσουμε τη διάρκεια της ανοσολογικής προστασίας και πώς να δημιουργούμε σε ευρεία κλίμακα εξουδετερωτικά αντισώματα έναντι διαφόρων γενετικών αλλληλουχιών διαφόρων ιών ή έναντι ενός ταχέως μεταλλασσόμενου ιού.
Οι γνώσεις που θα αποκτηθούν θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην παραγωγή αποτελεσματικότερων εμβολίων κατά της COVID-19. Τα εμβόλια που χρησιμοποιούνται σήμερα, μειώνουν σημαντικά τους κινδύνους από τη λοίμωξη, τη μετάδοση, τις βαρειές μορφές της νόσου και από το θανάτου, αλλά όλα αυτά, δεν τα αποτρέπουν πλήρως, με τους ανοσοκατεσταλμένους και τους ηλικιωμένους να αποτελούν τους πλέον ευάλωτους. Η αποτελεσματικότητα μειώνεται μέσα σε διάστημα μηνών (στις ηλικιακές ομάδες από 16 ετών και άνω, για τις οποίες υπάρχουν σήμερα διαθέσιμα δεδομένα). Οι βελτιώσεις στις μορφές του εμβολίου που μπορούν να προβλεφθούν αφορούν την ενδορινική ή την από του στόματος χορήγηση, με στόχο την ισχυρότερη ανοσία του βλεννογόνου, για τη μείωση της πιθανότητας λοίμωξης και μετάδοσης. Επίσης προγραμματίζονται και ειδικά εμβόλια που θα είναι κατάλληλα σχεδιασμένα, ώστε να μπορούν να αντιμετωπίζουν και εκείνες τις μορφές ιών, που έχουν τη δυνατότητα να προκαλέσουν ασθένειες στον ανθρώπινο οργανισμό, στο μέλλον.
Κανένα εμβόλιο δεν θα είναι το ιδανικό για κάθε χώρα και για κάθε μορφή πανδημίας. Εντούτοις, πρέπει να διασφαλίσουμε ότι όλοι οι άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ζουν σε φτωχές, αγροτικές ή απομακρυσμένες κοινότητες, θα έχουν πρόσβαση σε εξαιρετικά αποτελεσματικά και ασφαλή εμβόλια κατά της COVID-19. Εξάλλου οι τεχνολογίες των εμβολίων κατά της COVID-19, που έχουν ήδη επικυρωθεί, μπορούν επίσης να βοηθήσουν στην ανάπτυξη εμβολίων για άλλες μολυσματικές ασθένειες, όπως είναι η φυματίωση, η πανδημική γρίπη, η ελονοσία και η αναπνευστική λοίμωξη από τον συγκυτιακό ιό, αλλά και να ενισχύσουν την ετοιμότητά μας για την καταπολέμηση των μελλοντικών παθογόνων μικροοργανισμών.