Σ.Ρομπόλης : Δεν συγκρατεί τον πληθωρισμό η αύξηση επιτοκίων, προς ύφεση διαρκείας
Written by Γιώργος Σαχίνης on 23 Ιουνίου 2022
Ο ομότιμος Καθηγητής Οικονομικών Κοινωνικής Πολιτικής του Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου, Σάββας Ρομπόλης , εξηγεί στον 98.4 γιατί κατά την γνώμη του, με αύξηση επιτοκίων δεν τιθασεύεται ο πληθωρισμός .
Ο βασικός λόγος των δυσμενών αυτών εξελίξεων του πληθωρισμού στην Ευρώπη, της καθίζησης της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών, της βίαιης ανισοκατανομής του εισοδήματος και της φτωχοποίησης, κ.λ.π. προς όφελος της υπερ-κερδοφορίας των επιχειρήσεων ενέργειας, εκτός από τους ανεπαρκείς πόρους που διατίθενται από τις οικονομικές πολιτικές για την ανακούφιση των νοικοκυριών-επιχειρήσεων, τις μεγάλες καθυστερήσεις στον χρόνο, κλπ, είναι ότι ως πληθωρισμός της προσφοράς προϋποθέτει πολιτικές και πόρους μετασχηματισμού της προσφοράς ενέργειας και μείωσης των τιμών των ενεργειακών προϊόντων.
Κατά συνέπεια, ως πληθωρισμός της προσφοράς, με παρενέργειες στην μείωση της ζήτησης και της οικονομικής δραστηριότητας, η αποτελεσματική αντιμετώπιση του θα προέλθει από:
Άμεσα μέτρα χρηματοδοτικής υποστήριξης της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων, της μείωσης των τιμών των ενεργειακών προϊόντων και των μεταφορών.
Βραχυμεσοπρόθεσμα μέτρα αλλαγής στην δομή της προσφοράς και του εφοδιασμού των ενεργειακών προϊόντων.
Η Κεντρική Τράπεζα (Fed) των ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) κατανοούν τις προαναφερόμενες δυσμενείς εξελίξεις, αλλά, σύμφωνα με τις ανακοινώσεις των ηγεσιών τους, ελπίζουν ότι με την αύξηση των επιτοκίων θα αποκτήσουν τον έλεγχο του πληθωρισμού, χωρίς να οδηγηθούν η ευρωπαϊκή και η αμερικανική οικονομία σε στασιμοπληθωρισμό και ύφεση.
Κι αυτό γιατί εκτιμούν ότι θα επαναφέρουν μεσοπρόθεσμα τον πληθωρισμό σε επίπεδο χαμηλότερο του 2% με περιορισμένες αυξήσεις των επιτοκίων. Έτσι, θεωρείται ότι αυξάνοντας την τιμή στην οποία οι τράπεζες μπορούν να αποκτήσουν βραχυπρόθεσμα κεφάλαια και ανακοινώνοντας ότι αυτό θα συμβεί στο μέλλον, η ΕΚΤ επιθυμεί να αυξήσουν τα μακροπρόθεσμα επιτόκια με τα οποία δανείζουν σε νοικοκυριά, επιχειρήσεις και κράτη.
Αυτή η αύξηση του κόστους χρήματος αναμένεται να περιορίσει την επιλογή τους για επενδύσεις, συμβάλλοντας στην επιβράδυνση της ευρωπαϊκής οικονομίας καθώς και στην χαλάρωση των πιέσεων στις τιμές (Chr.Chavagneux, 14/6/22, Alternatives Economiques), με την επίτευξη του στόχου του επιπέδου πληθωρισμού στο 2% και την εκπλήρωση ενός βασικού κριτηρίου για την αύξηση των επιτοκίων. Όμως, παράλληλα, με την εκτίμηση αυτής της προοπτικής αναδεικνύεται ο προβληματισμός ο οποίος πηγάζει από το γεγονός ότι η ΕΚΤ οδηγήθηκε στην επιλογή της αύξησης των επιτοκίων με την εκτίμηση της αποκλιμάκωσης του πολέμου στην Ουκρανία, των αντίστοιχων επιλογών άλλων κεντρικών τραπεζών και των ενεργειών των χρηματοπιστωτικών αγορών.
Στις συνθήκες αυτές το ερώτημα που τίθεται είναι ποιο θα είναι το τίμημα της αύξησης των επιτοκίων και τι θα συμβεί στην ευρωπαϊκή οικονομία εξαιτίας π.χ. της διατήρησης των πολεμικών συγκρούσεων και της διακοπής της παροχής ρωσικού αερίου στην Ευρώπη; Αναλυτές και αξιωματούχοι της ΕΚΤ ανησυχούν για «το σενάριο του στασιμοπληθωρισμού μίας συρρικνούμενης οικονομίας με επίμονα υψηλό πληθωρισμό» (Martin Arnold,17/6/22, euro2day.gr), με ό,τι αυτό αρνητικά συνεπάγεται για το βιοτικό επίπεδο των πολιτών εξαιτίας της ποσοτικής σύσφιξης και της αύξησης του κόστους του χρέους, ιδιαίτερα των κρατών-μελών της νότιας Ευρώπης.