Γ. Σωτηρέλης : Παραβίαση του Συντάγματος και περιστολή Δημοκρατίας ο εκλογικός νόμος της Κυβέρνησης
Written by Γιώργος Σαχίνης on 22 Ιανουαρίου 2020
Παρά τα περί του αντιθέτου θρυλούμενα ή αναμενόμενα, το κυβερνητικό νομοσχέδιο για το εκλογικό σύστημα επιβεβαίωσε δυστυχώς την πάγια μεταπολιτευτική αντιμετώπιση του κρίσιμου αυτού θέματος από την πλευρά του κυβερνώντος κόμματος (για να μην θυμηθούμε και τα εκλογικά συστήματα της Δεξιάς κατά την μετεμφυλιακή περίοδο). Πρόκειται, ειδικότερα, για μια (ακόμη) αντισυνταγματική και αντιδημοκρατική επιλογή, η οποία όχι μόνον δεν αποπνέει οποιαδήποτε διάθεση για συναινέσεις, συνθέσεις και συγκλίσεις με τα κόμματα της αντιπολίτευσης –διαψεύδοντας πλήρως τις σχετικές εξαγγελίες– αλλά και τραυματίζει το κύρος των θεσμών. Αυτά λέει μεταξύ άλλων στον 98.4 , ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στον 9.84 Γιώργος Σωτηρέλης. Το αποκορύφωμα του κυβερνητικού πατερναλισμού, που βάλλει ευθέως κατά της συνταγματικής μας τάξης είναι η επανάληψη της δυσμενούς μεταχείρισης των συνασπισμών απέναντι σε «αυτοτελή» κόμματα ως προς την απονομή του εκλογικού bonus, που αποτρέπει πλήρως τις προεκλογικές συνεργασίες, αφού ένας συνασπισμός με 51% θα έπαιρνε λιγότερες έδρες από ένα «αυτοτελές» κόμμα με 35%. Το προτεινόμενο εκλογικό σύστημα έχει ως επίκεντρο ένα ιδιότυπο bonus, υπέρ του πρώτου κόμματος , αλλά όχι του πρώτου συνασπισμού, που θα εκκινεί από τις 20 έδρες, για ποσοστό 25%, και θα αυξάνει κλιμακωτά (μία έδρα κάθε 0,5%) μέχρι 50 έδρες, διασφαλίζοντας σε κάθε περίπτωση, αυτοδυναμία με ένα ποσοστό γύρω στο 36-38% των ψήφων. Πρόκειται για μια πολιτικά και συνταγματικά έωλη ρύθμιση. Αν λοιπόν δοθεί πριμοδότηση 30 εδρών για ένα κόμμα που έλαβε 30%, τότε αυτό μπορεί να αποβεί ενδεχομένως καθοριστικό όχι για τον σχηματισμό, αλλά για τον μη σχηματισμό βιώσιμης κυβέρνησης. Εν πρώτοις δεν υπάρχει καμία πειστική εξήγηση γιατί θα λάβει αυτό το μπόνους, έναντι ενός κόμματος που έλαβε πχ 29%, αφού αμφότερα απέχουν πολύ από την αυτοδυναμία. Κατά δεύτερον δε, αν υποθέσουμε ότι το κόμμα που έλαβε 29% συμφωνεί με ένα τρίτο, που έλαβε 23%, πως μπορεί να δικαιολογηθεί το ότι αυτά θα διαθέτουν μόνον 141 έδρες (270Χ52%), λόγω της παντελώς αδικαιολόγητης πριμοδότησης του πρώτου κόμματος, και όχι 156 έδρες (300Χ52%), ώστε να αποκτήσουν αυτοδυναμία; Πέρα από αυτό όμως, υπάρχουν και άλλες παράπλευρες αρνητικές συνέπειες, είπε ο κ. Σωτηρέλης : Πρώτον, εκμηδενίζεται σχεδόν ολοκληρωτικά ο ρόλος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, διότι με τα δεδομένα του συγκεκριμένου εκλογικού συστήματος είναι πρακτικά αδύνατον να λάβει το κρίσιμο ποσοστό των 2/5 των εδρών, που είναι καθοριστικό για σημαντικές συνταγματικές διαδικασίες, όπως η πρόταση για νομοθετικό δημοψήφισμα και για σύσταση εξεταστικής επιτροπής, η διασφάλιση πλειοψηφίας που μπορεί να είναι καθοριστική για κυβέρνηση ανοχής αλλά και η αποτροπή αποφάσεων που απαιτούν τα 3/5 των εδρών. Δεύτερον, οδηγούμαστε στην υπέρμετρη συμπίεση των μικρότερων κομμάτων, τα οποία δεν ψηφίζονται από έναν μεγάλο αριθμό εν δυνάμει ψηφοφόρων τους μόνο και μόνο λόγω της τεχνητής πόλωσης που επιβάλλεται από το εκλογικό σύστημα (δηλ. με αποκλειστικό κριτήριο την άκριτη και χωρίς προϋποθέσεις εγγύτητας προς την αυτοδυναμία απονομή του εκλογικού bonus). Τρίτον, όσο μεγαλύτερο είναι το εκλογικό πριμ τόσο περισσότερο παραβιάζεται η αρχή της ισοδυναμίας της ψήφου και στρεβλώνεται η αντιπροσώπευση σε τοπικό επίπεδο. Αυτό ισχύει περισσότερο στις τετραεδρικές και πενταεδρικές, στις οποίες ο κανόνας είναι ότι το πρώτο κόμμα στην επικράτεια (ακόμα και με πολύ χαμηλά ποσοστά αλλά και με ελάχιστη διαφορά από το δεύτερο) καταλαμβάνει το σύνολο ή την συντριπτική πλειονότητα των εδρών, χωρίς να λαμβάνεται υπ’όψιν ούτε καν το ποιο είναι το πρώτο κόμμα στην συγκεκριμένη εκλογική περιφέρεια.