Γ. Λακόπουλος : Η αυτοπαγίδευση της κυβέρνησης στην επικοινωνιακή αλαζονεία της κυριαρχίας
Written by Γιώργος Σαχίνης on 24 Φεβρουαρίου 2021
Ο πολιτικός συντάκτης Γιώργος Λακόπουλος , μιλώντας στον 98.4 , σημείωσε ότι με κερασάκι στη τούρτα την «Λιγναδιάδα» , η κυβέρνηση με την επικοινωνιακή αλαζονεία της κυριαρχίας, έχει πλέον αυτοπαγιδευτεί στα δίχτυα της επικαιρότητας , με δυσκολία πλέον να ξεμπλέξει , την ώρα που οικονομία, πανδημία και εθνικά θέματα προοιωνίζονται δυσάρεστες εξελίξεις. Ο Πρωθυπουργός, είπε, αρνούμενος να αναλάβει τη δική του ευθύνη απέναντι σε μια εξωκοινοβουλευτική υπουργό- που είναι από καιρό δακτυλοδεικτούμενη και πλέον θεωρείται αποσυνάγωγη- βάζει τον εαυτό του στο κάδρο της υπεκφυγής ανάληψης όσων του αναλογούν. Κανείς δεν του καταλόγισε τίποτε περισσότερο από όσα του ανήκουν στο πολιτικό επίπεδο, λόγω της ιδιότητάς του. Πρώτος ο ίδιος θα είχε επωφεληθεί, αν είχε σταθεί στο ύψος της. Δυστυχώς αντί γι’ αυτό τα σημάδια δείχνουν ότι την Πέμπτη στη Βουλή θα δούμε τον επιθετικότερο Μητσοτάκη όλων των εποχών, σε ρόλο ενδεχομένως κατηγόρου, την ώρα που αντί για ανάληψη της πολιτικής ευθύνης, προαναγγέλλεται ήδη ότι στήνεται σκηνικό κατά της …αντιπολίτευσης. Γύρω από τον Λιγνάδη , είπε ο Γιώργος Λακόπουλος, εκτυλίσσεται μια υπαρκτή σκανδαλώδης υπόθεση . Σ’ αυτήν υπόθεση το όνομα του Πρωθυπουργού εμφανίζεται στα ΜΜΕ για έναν απλό λόγο: ο ερευνώμενος πλέον από τη Δικαιοσύνη -με βαρύ κατηγορητήριο απεχθούς περιεχόμενου- υπήρξε κρατικός λειτουργός, που διορίσθηκε από την κυβέρνησή του, με ρουσφετολογικό τρόπο. Δεν νοείται να μην αναφέρεται αυτό το δεδομένο. Χωρίς φυσικά να επιβαρύνεται κανείς από την κυβέρνηση για όσα καταλογίζονται στον σκηνοθέτη. Για τον διορισμό του μιλάμε- χωρίς κανέναν υπαινιγμό. Δεν μιλάμε λοιπόν για το πρόσωπο του Κυριάκου, αλλά για τον ρόλο του Πρωθυπουργού. Και είναι εύλογη η απορία: η τοποθέτηση του Λιγνάδη στο Εθνικό ήταν ιδέα της Μενδώνη, ή τον επέβαλε ο ίδιος; Στα πλαίσια της διαφάνειας, πρέπει να το ξέρουμε. Χωρίς να σημαίνει τίποτε άλλο. Απλώς ως μία ακόμη επιβεβαίωση για τις ρουσφετολογικές πρακτικές του. Το δεύτερο στοιχείο κριτικής στον Πρωθυπουργό είναι η κάλυψη που παρέχει στη Μενδώνη. Η ευθύνη της είναι αυτονόητη: στο χώρο της ξέσπασε αυτό που βλέπουμε. Η ίδια το ήξερε πριν την παρέμβαση της Δικαιοσύνης. Το ομολόγησε, λέγοντας ότι το… συζητούσε μαζί του και νιώθει «εξαπατημένη». Αυτό είναι απόπειρα συγκάλυψης. Δουλειά της ήταν να τον θέσει αμέσως σε διαθεσιμότητα, μέχρι να ξεκαθαρίσουν το πράγματα. Η θρασύτητα της δήλωσης «δεν έχω πολιτική ευθύνη γιατί δεν ήξερα»– και η χονδροειδής άρνηση να ζητήσει συγγνώμη, μεταθέτει στον Πρωθυπουργό την ευθύνη να αποκαταστήσει την πολιτική τάξη. Η αποπομπή είναι το λιγότερο. Ο Γιώργος Λακόπουλος, μίλησε ακόμη για την οικονομία και τις εξελίξεις που παγκόσμια πυροδοτεί η πανδημία σε χειρότερες καταστάσεις για τους λαούς, την ανάγκη να ανοίξει η συζήτηση για την ανισοκατανομή του πλούτου που θα οδηγήσει σε περιφερειακές και ενδοκοινωνικές συγκρούσεις και τις μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών που πυροδοτεί η εξαφάνιση της εργασίας αλλά και η εκμετάλλευση των κοινωνιών , σε ένα δυστοπικό για αυτές τεχνολογικό περιβάλλον προς όφελος ολίγων και μεγάλων συμφερόντων. Όπως είπε ακόμη και το δίπολο της αναμέτρησης ΗΠΑ- Κίνα , έχει άλλα χαρακτηριστικά , αφού επεμβαίνει με τη σύγκρουση του στο πυρήνα της ζωής της ανθρωπότητας σε αντίθεση με τα μπετοναρισμένα πάλαι ποτέ μπλοκ μεταξύ ΗΠΑ και άλλοτε Σοβιετικής Ένωσης. Για τα εθνικά θέματα ο κ. Λακόπουλος, εξέφρασε την άποψη ότι υπό τον μανδύα των διερευνητικών, έχουμε στη ουσία συνομιλίες με την Τουρκία που δεν μεταβάλλει σε τίποτα την επικίνδυνη θέση της για αναθεώρηση ακόμη και της Συνθήκης της Λοζάνης σε βάρος της Ελλάδας. Η Τουρκία στη ουσία επιδιώκει σε αυτή τη φάση να θέσει πάνω στο τραπέζι όλες τις διεκδικήσεις της, ώστε είτε αποχωρήσει μετά αυτή , είτε η Ελλάδα, η επόμενη επαφή και υπό το κράτος ακόμη πιο ισχυρών ενδεχομένως απειλών, να ξεκινάει από αυτές και όχι από μηδενική βάση. Δυστυχώς είπε, η Τουρκία εκμεταλλεύεται την ρωγμή που από το 1996 και μετά , ιδίως με την Συμφωνία της Μαδρίτης, η Ελλάδα της επέτρεψε να θέτει θέματα που κανονικά δεν θα έπρεπε καν να συζητάμε.