Ευγ. Σαρηγιαννίδη: Νεανική βία, τα μέτρα , τα όρια και ο ενήλικος ναρκισσισμός
Written by Γιώργος Σαχίνης on 12 Απριλίου 2024
Η Ευγενία Σαρηγιαννίδη, ψυχολόγος και συντονίστρια του Δικτύου «psy-counsellors», κάτοχος πτυχίου Ψυχολογίας και μεταπτυχιακού με αντικείμενο την Ψυχολογία και το Διαδίκτυο, μιλάει στο 98.4 , με αφορμή τα μέτρα για την καταπολέμηση του σχολικού εκφοβισμού , που ανακοινώθηκαν από την κυβέρνηση. Όπως σημειώνει , η όλη προσέγγιση τέτοιων φαινομένων λοιπόν λειτουργεί: Όπως ακριβώς η αρνητική διαφήμιση, αφού αναβαθμίζει την εικόνα των ατόμων ειδικά στο κοινό, στο οποίο απευθύνονται.
Όπως τα αμορτισέρ, αφενός εξομαλύνοντας την κατάσταση, αφετέρου αποσιωπώντας συστηματικά την κοινωνιοπολιτισμική της ουσία και αποφορτίζοντας την μέσα στην υπερπληθώρα των γνωμών και των απόψεων που δια του λόγου εκτονώνονται.
Αποφεύγοντας να βάλουν το νυστέρι στην πληγή που σαπίζει, δηλώνοντας ευθαρσώς και χωρίς πολλά λόγια πως ακριβώς αντιμετωπίζεται σε αυτήν την χώρα η εγκληματικότητα ανηλίκων ή/και ενηλίκων, εντός ή εκτός σχολείων.
Όπως λέει, οι ξυλοδαρμοί ανηλίκων από συμμαθητές τους, λαμβάνουν χώρα σε μια κοινωνία σε κατάσταση αποσύνθεσης, που συγκαλύπτει πίσω από τον υποκριτικό φερετζέ της “ανεκτικότητας” την εξατομίκευσή της, την αδιαφορία της και την ανικανότητά της να αναλάβει το στοιχειώδες καθήκον του κοινωνικού ελέγχου των ατομικών, νεανικών ιδίως, συμπεριφορών.
Άλλωστε, με την αποδιοργάνωση των θεσμικών πλαισίων της οικογένειας και του σχολείου, το ενήλικο κοινωνικό περιβάλλον γονέων και εκπαιδευτικών, αφού καταρχάς παραιτήθηκε από τον παραδοσιακό ρόλο του, κατάντησε συχνά να υφίσταται το ίδιο την παρενόχληση και την απαξίωση από την πλευρά των μαθητών. Και αυτό συμβαίνει τόσο πιο συχνά, όσο περισσότερο οι ενήλικες φαίνονται ανίκανοι να αντιδράσουν ή ακόμα μοιάζουν αδιάφοροι και αποστασιοποιημένοι από τα προβλήματα και τις δυσκολίες των εφήβων. Η κοινωνία των ενηλίκων, ωστόσο, έχει αναλάβει τη διαπαιδαγώγηση και την κοινωνικοποίηση των εφήβων.
Η γυάλα, μέσα στην οποία μεγαλώνουν πολλά από τα παιδιά σήμερα, καλλιεργεί την πιο συγκαλυμμένη –γι’ αυτό πιο σκληρή– μορφή βίας, η οποία στρέφεται είτε προς τον άλλο είτε πολύ συχνά προς τον εαυτό. Η βία αυτή τροφοδοτείται από τις ιδεολογίες ανταγωνισμού προς τους άλλους, την επιθυμία για ατομική διάκριση με οποιοδήποτε τρόπο και ενισχύεται από τις νοοτροπίες της νεολαγνείας και του υπερπροστατευτισμού.
Η λήθη, στην οποία έχει περιπέσει το αρχαιοελληνικό τρίπτυχο Υπερβολή-Ύβρις-Τιμωρία, καθιστά εύκολη την υπέρβαση των ορίων, πέραν από τα οποία, εάν πάει κάποιος, θα έπρεπε να αναμένει βαρύ τον πέλεκυ. Βία υπήρχε πάντοτε. Υπήρχε, όμως, και ένα όριο διαφορετικό για τον κάθε άνθρωπο, που το καθόριζε η κοινή λογική και η κοινωνική εμπειρία και το οποίο φρόντιζε να μη ξεπεράσει κανείς. Αν κάποιος το ξεπέρναγε, έβρισκε απέναντί του την ίδια την κοινωνία. Ένα «ως εδώ σε παίρνει, γιατί ο κάθε άνθρωπος έχει τα όρια και τις αντοχές του». Δηλαδή, υπήρχε ένας κοινωνικός έλεγχος που ναι μεν ήταν ελαστικός, αλλά όχι υπερβολικά ανεκτικός. Με τον τρόπο αυτό έμπαινε το όριο στις συμπεριφορές των ατόμων που κινούνταν προς τα άκρα. Σήμερα, δυστυχώς, αυτό δεν ισχύει και εδώ έρχεται ο ναρκισσισμός των ενηλίκων ακόμη και εντός των οικογενειών, που δεν θέτουν όρια στο όνομα μιας “αγάπης”, που όμως είναι ως προς τον εαυτό τους να είναι ανεκτός ως νάρκισσος στα παιδιά του και αρεστός, όχι όμως χρήσιμος.