Μαρία Κάλλας: Η δόξα, η απότομη πτώση και το μεγάλο πάθος της με τον Αριστοτέλη Ωνάση
Written by Inessa Azoidoy on 2 Δεκεμβρίου 2020
Η Μαρία Σοφία Άννα Καικιλία Καλογεροπούλου, όπως ήταν το ελληνικό όνομα της αγαπημένης Μαρίας Κάλλας, ήρθε στη ζωή στις 2 Δεκεμβρίου του 1923 στη Νέα Υόρκη, και η κορυφαία υψίφωνος ξεκίνησε να ασχολείται με τη μουσική από μικρή ηλικία μέσα από τα πρώτα μαθήματα πιάνου.
Σε ηλικία μάλιστα, 11 ετών, η Κάλλας καταφέρνει να αποσπάσει το πρώτο βραβείο σε διαγωνισμό παιδικών φωνών ενώ από το 1937 αρχίζει να πηγαίνει στο Εθνικό Ωδείο, όπου μαθητεύει κοντά στη διάσημη Ελβίρα ντε Ιντάλγκο. Ο πρώτος της ρόλος είναι η «Σαντούτσα» στην όπερα του Μασκάνι «Καβαλερία Ρουστικάνα», που αποτέλεσε παράσταση των μαθητών του ωδείου. Η ίδια σταδιακά, αρχίζει να μυείται στον μαγικό κόσμο της υψηλής τεχνικής των ρόλων του ιταλικού ρομαντισμού.
Η δόξα και η απότομη πτώση
Η αλλαγή του επιθέτου της σε Κάλλας γίνεται το 1945 όταν επιστρέφει στη γενέτειρά της, με στόχο να κάνει μια διεθνή καριέρα. Τα πρώτα σημαντικά βήματα στην καριέρα της γίνονται το 1947 με αποκορύφωμα το 1949, έτος- ορόσημο για εκείνη αφού γνωρίζει και παντρεύεται τον βιομήχανο Τζιανμπατίστα Μενεγκίνι. Μολονότι ο ίδιος είχε τα διπλά της χρόνια καταφέρνει να αναπληρώσει το συναισθηματικό κενό της πατρικής φιγούρας, όπως γράφτηκε αργότερα.
Η καριέρα της Κάλλας με τη βοήθεια του άντρα που τη λάτρεψε, όχι μόνο ως καλλιτέχνιδα, αλλά και ως γυναίκα, απογειώνεται μέσα από τους ρόλους τους ως δραματικής υψιφώνου. Η Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης (ΜΕΤ) υποκλίνεται στο φαινόμενο- Μαρία Κάλλας το 1956, ενώ ο διευθυντής Ράντολφ Μπινγκ, όχι μόνο της καταβάλλει το μεγαλύτερο ποσό που είχε πληρώσει ποτέ ο θίασος για καλλιτέχνη, αλλά παράλληλα, ανακοινώνει ότι η πρώτη εμφάνιση της Μαρίας Κάλλας ήταν «η πιο συναρπαστική βραδιά της ζωής του».
Η αποθέωσή της κορυφώνεται το 1957 όπου εμφανίζεται στο Ηρώδειο, στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών. Η λαμπερή καλλιτέχνις ωστόσο, έφτανε συχνά στα όρια τη φωνή της, με αποτέλεσμα να αρχίζει να γίνεται αδύναμη στις υψηλές νότες. Σύμφωνα με Ιταλούς φωνιάτρους, η Μαρία Κάλλας υπέφερε από δερματομυοσίτιδα, μία εκφυλισιτκή νόσο που φθείρει τους μυς και τους ιστούς, συμπεριλαμβανομένου του λάρυγγα. Έναν χρόνο μετά, η καθοδική της πορεία είναι γεγονός.
Ο Τύπος ξεκινά να ασκεί έντονη αρνητική κριτική εναντίον της ενώ πολλοί δεν διστάζουν να μιλήσουν υβριστικά για εκείνη: «Η καλλιτέχνιδα δεύτερης κατηγορίας, που έγινε Ιταλίδα χάρη στον γάμο της, Μιλανέζα χάρη στον αδικαιολόγητο θαυμασμό μιας μερίδας του κοινού της Σκάλας, και διεθνής χάρη στην επικίνδυνη φιλία της με την Έλσα Μάξγουελ».
Αργότερα, οι Times γράφουν ότι «τώρα πια η φωνή της μπορεί να χαρακτηριστεί άσχημη και εκτός τόνου», παρόλο που το κοινό συνεχίζει να την αποθεώνει. Το 1965, η ίδια παίρνει την απόφαση να απέχει οριστικά από τις λυρικές παραστάσεις. Ωστόσο, είναι σημαντικό να αναφερθεί πως το 2007 η μεγάλη καλλιτέχνις βραβεύτηκε με βραβείο Grammy για τη συνολική σπουδαία προσφορά της.
Η γνωριμία της με τον Αριστοτέλη Ωνάση
Ο γάμος της κλονίστηκε όταν γνώρισε τον εφοπλιστή, Αριστοτέλη Ωνάση σε δεξίωση της κοσμικογράφου, Έλσα Μάξγουελ. Η γνωριμία τους εξελίχθηκε σε μία από τις πιο πολυσυζητημένες σχέσεις χωρίς να καταλήξει ωστόσο, ποτέ σε γάμο. Μάλιστα, σύμφωνα με φήμες το 1960 η Κάλλας γέννησε ένα αγοράκι, το οποίο ήταν ο καρπός του έρωτά της με τον Ωνάση, αλλά δεν κατάφερε να επιζήσει.
Μεταξύ τους, υπήρχε έρωτας και πάθος. Με το ίδιο πάθος όμως, ο Ωνάσης και η Κάλλας διαφωνούσαν σχεδόν καθημερινά. Η Κάλλας δεν είχε καμία σχέση με τις υπόλοιπες γυναίκες, που συνήθως γνώριζε ο Ωνάσης και οι συγκρούσεις ήταν αναπόφευκτες.
Ο ίδιος έφτανε συχνά στο σημείο να προσβάλλει και να πληγώνει τη Μαρία Κάλλας ακόμη και σε δημόσιους χώρους. Το 1968, το ζευγάρι μετρούσε σχεδόν δέκα χρόνια σχέσης, και ενώ η Κάλλας παρέμενε ερωτευμένη, ο Ωνάσης είχε ήδη προχωρήσει στην επόμενη κατάκτησή του, την Τζάκι Κένεντι. Όταν η Κάλλας έμαθε από την τηλεόραση ότι ο Ωνάσης θα την παντρευτεί, κατέρρευσε.
Η τελευταία δημόσια εμφάνιση της κορυφαίας προσωπικότητας σημειώνεται στην Ιαπωνία και την πόλη Σαππόρο στις 11 Δεκεμβρίου του 1974, ενώ το μεγάλο αστέρι της όπερας πεθαίνει τρία χρόνια αργότερα, στις 16 Σεπτεμβρίου στο Παρίσι. Η κηδεία της έγινε τέσσερις ημέρες μετά, και αφού το σώμα της αποτεφρώθηκε όπως η ίδια επιθυμούσε, στο Αιγαίο την άνοιξη του 1979.